-Πῶς θά ἀποκτήσουμε τήν μετάνοια, πάτερ ῾Ησύχιε;
Ἐγώ, ὅταν ἦλθα δέν εἶχα τά βιβλία καί τίς συνάξεις πού ἔχετε τώρα ἐσεῖς. Ἐσεῖς εἶσθε ἅγιοι καί τυχεροί, γιατί ἔχετε Γέροντα πού σᾶς διδάσκει συνεχῶς τόν λόγον τοῦ Θεοῦ. Εἶσθε καί ἐπικίνδυνοι διά τήν ψυχή σας, διότι, ἄν δέν φυλαχθῆτε, θά πέσετε στήν κενοδοξία, τήν φιλαυτία καί τήν φιληδονία. Γιά μένα, νά βαδίζετε ὅπως βαδίζετε. Σᾶς ἔχω ὅλους σωσμένους, μόνο προσοχή νά μή πέσετε στήν κενοδοξία.
Ἐμένα μέ χάλασε ἡ φλυαρία, ὁ θυμός καί ἡ κενοδοξία.῎Εκαμα καμμιά δουλειά καί ἀμέσως ὁ λογισμός, μπράβο, μοῦ ἔλεγε. Τώρα προσπαθῶ νά ἑτοιμασθῶ καί γίνομαι χειρότερος. Τρώγω καί κοιμᾶμαι, τεμπέλικη ζωή. Ἔχετε ἁγίους γονεῖς γι᾿ αὐτό βγήκατε καί ἐσεῖς ἅγιοι. Ἐγώ εἶμαι ἀνάξιος τοῦ Οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Δόξα σοι ὁ Θεός, πού μέ ἔκαμε ἄνθρωπο καί δέν μέ ἔκανε ζῶο. Τό πᾶν εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Θεοῦ καί ἐξαρτᾶται ἀπό τούς γονεῖς. (Τά λόγια αὐτά μοῦ τά ἔλεγε μέ δάκρυα στά μάτια του).
Ἀναγκαιότερο ἔργο γιά τήν σωτηρία μας εἶναι ἡ ὑπομονή, ἡ ὑπακοή καί ἡ ἀγάπη. Τό μῖσος καί ἡ ἀκαθαρσία τῶν λογισμῶν καί τῶν παθῶν, χωρίζουν τόν ἄνθρωπον ἀπό τήν Θείαν Κοινωνία. Ἐμένα οἱ παλαιοί Ππατέρες μ᾿ ἀγαποῦσαν ἐπειδή ἤμουν κουτός καί χαζός, καί μέ ἔστελναν πάντοτε στίς δουλειές. ῎Ετσι ψήθηκα ἀπό τά πρῶτα μου χρόνια στήν ὑπακοή καί τήν ὑπομονή, καί τό πῆρα ἀπόφασι πλέον ὅτι ἡ καλογερική ζωή εἶναι θάνατος καί σταύρωσις τοῦ ἑαυτοῦ μας γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί τήν σωτηρία μας.
Μετάνοια, ἀδελφάκι μου, σημαίνει: Σκέπτομαι τόν θάνατο καί προσπίπτω μέ δάκρυα καί συντριβή στό Δεσπότη Χριστό νά συγχωρήσῃ τίς ἁμαρτίες μου. ῾Η Χάρις τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται μέσα μας, μέ τό πένθος, τά δάκρυα καί τόν πόνο γιά τίς ἁμαρτίες μας. ῾Ο Μοναχός δέν ἔχει τί νά δώσῃ στό Ἀφεντικό του πού τόν ἔπλασε, γιατί εἶναι φτωχός. Τοῦ ἔδωσε ὅμως ὅ,τι εἶχε. Τοῦ ἔδωσε ὁλόκληρο τόν ἑαυτόν του, τά νειᾶτα του καί αὐτή ἡ προσφορά στόν Θεό, εἶναι ἡ πιό μεγάλη ἐλεημοσύνη τοῦ Μοναχοῦ γιά τό κόσμο.
-Τί σημαίνει Μοναχός, πάτερ ῾Ησύχιε;
-Μοναχός
σημαίνει νά μή ἔχῃ τίποτα ἐπάνω του, γιά νά πετᾶ ἐλεύθερος ὅποτε θέλει εἰς τόν Οὐρανό μέ τήν προσευχή του. Πώ, πώ τί ἁμαρτία εἶναι νά ἔχουν μερικοί χρήματα καί περιουσίες! Οὔτε πεντάρα δέν πρέπει νά ἔχῃ ἐπάνω του ὁ Καλόγερος. Καί τά ροῦχα του νά εἶναι τόσο ἄχρηστα, ὥστε νά ἀφήσῃ τό κελλί του ἀνοικτό, καί κανείς νά μή ἐνδιαφέρεται νά τοῦ τά πάρῃ.
῾Ο
Μοναχός, πρέπει νά δοξάζῃ καί εὐχαριστῆ τόν Θεό γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες καί δωρεές πού τοῦ ἔδωσε. Τόν ἔβγαλε ἀπό τήν ματαιότητα τοῦ κόσμου γιά νά τοῦ διδάξη τήν ἀληθινή ζωή καί νά τόν ὁδηγήσῃ στήν Βασιλείαν του. Τό βασικό ἔργο του εἶναι ἡ ἐκκλησία. Τό ἴδιο καί οἱ λαϊκοί Εἶναι ἀδύνατο οἱ λαϊκοί, ὅταν πηγαίνουν στήν ἐκκλησία μαζί μέ τά παιδιά τους, νά μήν ἁγιασθοῦν.
῞Ολα
χρειάζονται γιά τήν σωτηρίαν μας, καί ἡ μετάνοια καί οἱ προσευχές, ἀλλά βασικά ἐμᾶς θά μᾶς σώσῃ ἡ ταπείνωσις. ῾Ο ταπεινός Μοναχός δέν φοβᾶται τούς ἐχθρούς του, οὔτε καί ἀμφιβάλλει γιά τήν σωτηρία του. Θά εἶναι πράγματι ταπεινός, ὅταν δέχεται μέ σιωπή καί πραότητα τόν σκληρό ἤ αὐστηρό λόγου τοῦ ἀδελφοῦ του.
Νά μή ἀντιδρᾷ καί διαμαρτύρεται, ὅταν οἱ ἄλλοι τόν συκοφαντοῦν, καί τότε ὁ Θεός θά ἀναλάβη τήν ὑπεράσπισί του καί θά ἀποκαλύψῃ τήν ἀλήθεια στούς ἄλλους.
-Πρέπει νά φοβούμεθα τόν θάνατον, πάτερ ῾Ησύχιε;
-Πρέπει νά τόν φοβούμεθα γιά νά προετοιμαζώμεθα καλλίτερα, ἀλλά ἐγώ δέν ξέρω τί σόϊ ἄνθρωπος εἶμαι. Εἶμαι στά πρόθυρα τοῦ θανάτου, καί δέν σκέπτομαι ὁ δυστυχής, ὅτι σέ λίγο θά εἶμαι στά χώματα. ῾Ως φαίνεται, μέ βλάπτουν τά φαγοπότια, αὐτό εἶναι ἡ αἰτία. (Ἐδῶ πρέπει νά σημειωθῇ, ὅτι ὁ πατήρ ῾Ησύχιος, ἑκουσίως ταπεινώνεται καί ἐξευτελίζεται λόγῳ ἀρετῆς του, διότι οὐδέποτε στήν τράπεζα ἔφαγε ὁλόκληρο τό φαγητό του, ἐνῶ τίς ἡμέρες τῆς νηστείας, εἶχε μονοφαγία, καί τό ἀπόγευμα ἕνα φροῦτο ἤ ἕνα τσάϊ).
Νά ἐνθυμούμεθα τόν θάνατον κάθε ὥρα. Γιά μένα ἦλθε ὁ κόμπος στό χτένι.Τά τηλεγραφήματα μοῦ ἦλθαν. Νά, τά πόδια μου πρίσθηκαν, κοκκίνισαν καί μέ πονοῦν ἀφάνταστα. Στήν ἐκκλησία δέν μπορῶ πλέον νά σταθῶ ὄρθιος, ὅπως ἦταν ἡ τάξις. Διότι παλαιότερα ὅλοι οἱ Πατέρες ἐστέκοντο ὄρθιοι. Ἐκάθοντο μόνο στά ψαλτήρια καί στίς ῟Ωρες.
Τί νά κάνω; Βραδυάζω καί δέν ξέρω ἄν θά ξημερώσω. Δέν σκέπτομαι τόν θάνατο, γι᾿ αὐτό καί δέν ἔχω δάκρυα. ῾Η καρδιά μου ἔγινε σκληρή σάν τήν πέτρα. ῟Ωρες ὧρες φοβᾶμαι τόν Θεό, μά ἄλλοτε δέν τόν φοβᾶμαι γιατί ἔχω ἐλπίδα στήν Παναγία μας. Μ᾿ ἐφύλαξε ὁ Θεός ἀπό πολλά ἁμαρτήματα, ἀλλά ἀπό τά μικρά δέν γλύτωσα.
Στό ἔλεος τοῦ Κυρίου μας ἐλπίζω. Ἐσεῖς γιά μένα εἶσθε ὅλοι ἅγιοι. Θά πᾶτε κατ᾿ εὐθείαν στό Δεσπότη Χριστό. Γιά τούς Γεροντάδες δέν λέγω τίποτε. Εἴσασθε πολύ καλά. Νά λέγετε τήν εὐχή. Νά μελετᾶτε τόν Δεσπότη Χριστό στό νοῦ σας πάντοτε καί ἔτσι θά φυλαχθῆτε ἀπό τήν κενοδοξία καί τούς αἰσχρούς λογισμούς. Ἐγώ δέν εἶμαι ἄξιος οὔτε τά πόδια σας νά πλύνω. Ἐγώ δέν εἶχα βία στή ζωή μου. Πρίν ἔκανα καί μετάνοιες, ἀλλά τώρα δέν μέ βαστοῦν τά πόδια μου καί πέφτω κάτω.
-Ποίους ἁγίους εὐλαβεῖσθε περισσότερο, πάτερ ῾Ησύχιε;
-῞Ολους
τούς ῾Αγίους εὐλαβοῦμαι καί ἀγαπῶ, γιατί ὅλοι εἶναι ἀγαπημένα παιδιά τοῦ Θεοῦ καί δοξασμένα κοντά Του, ἐπειδή καί αὐτοί τόν ἀγάπησαν. ῞Ομως πρισσότερο εὐλαβοῦμαι τόν Τίμιο Πρόδρομο, Προστάτη καί Πατέρα τῶν Μοναχῶν, διότι στήν ἑορτή τῆς Γεννήσεώς του, ἔγινα μεγαλόσχημος Μοναχός.
Αὐτός εἶναι ὁ μέγας ἀξιωματικός πού θά ἀναλάβῃ στήν διοίκησι τοῦ στρατηγείου του ὅλο τό καλογερικό σῶμα καί θά τό ἔχῃ κοντά του στήν ἄλλη ζωή αἰωνίως.
Ἐπίσης εὐλαβοῦμαι τούς ἁγίους Προστάτας τῆς Μονῆς μας. Μάλιστα ἡ ῾Αγία Ἀναστασία δύο φορές θαυματουργικά μέ ἐθεράπευσε. Πρό ἀρκετῶν ἐτῶν ἐπάθαινε συχνά ἡ μύτη μου αἱμορραγία, καί μέ κανένα μέσο δέν σταματοῦσε. Κάθε φορά ἔβγαζα μέχρι μισή ὀκᾶ αἷμα. Τό 1936, ἄν θυμᾶμαι καλά, ἔφεραν τήν ῾Αγία Δεξιά τῆς ῾Αγίας καί μέ ἐσταύρωσαν. Ἐδιάβασαν τήν Παράκλησί της, καί ἔκτοτε ἡ αἱμορραγία σταμάτησε ὁριστικά.
Τό ἄλλο θαῦμα εἶναι τό ἑξῆς. ῞Οταν ἐτελείωσα τόν στρατό καί μετ᾿ ὀλίγον ἦλθα γιά Καλόγερος στό Μοναστήρι, μοῦ συνέβαινε ἕνα παράξενο γιά τούς πολλούς φαινόμενο.
῞Οταν
δηλαδή κάποιος μοῦ μιλοῦσε μέ αὐστηρότητα, ἐγώ ἀπό τόν φόβον μου ἔπεφτα κάτω. Στόν στρατό θυμᾶμαι εἶχα πέσει δύο-τρεῖς φορές.
Τότε ἄλλοι ἀπό τούς στρατιῶτες μέ ἐχλεύαζαν κι ἄλλοι ἐνόμιζον ὅτι τό ἔκανα προσποιητά. ῞Οταν ἦλθα στό Μοναστήρι, ὁ Γέροντάς μου παπᾶ-Θανάσης, κάθε ἑβδομάδα μοῦ ἐδιάβαζε ἐξορκισμούς. Δέν ἔβλεπα καμμιά βελτίωσι.῞Οταν ὅμως μέ ἐσταύρωσαν μέ τά Λείψανα τῆς ῾Αγίας Ἀναστασίας, χάθηκα αὐτός ὁ πειρασμός καί ἔκτοτε δέν εἶχα αὐτή τή φοβία.
Εὐλαβοῦμαι ἐπίσης τόν φύλακα ῎Αγγελό μου, διότι μ᾿ ἐγλύτωσε ἀπό πολλούς πειρασμούς καί κινδύνους στήν ζωή μου. ῞Οταν δούλευα στό σιδηρουργεῖο στήν Ἀθήνα, κάποια μέρα ἐδιάβαινα στό δρόμο καί ἔπρεπε νά δρασκελίσω τόν σιδηρόδρομο γιά νά πάω ἀπέναντι στόν ἄλλο ἁμαξιτό δρόμο, χωρίς νά γνωρίζω ὅτι ὁ σιδηρόδρομος εἶναι ἡλεκτρικός.
Ὅπως
περπατοῦσα ἀνύποπτος, πάτησα ἐπάνω στίς σιδηροτροχιές, τινάχθηκα ἀπό τό ρεῦμα τρία μέτρα μακριά. Δέν ἔπαθα τίποτα. Μέ φύλαξε ὁ φύλακας ῎Αγγελός μου.
Ἀλλά καί τήν διάσωσί μου στό στρατό, στήν Παναγία τήν ὀφείλω, ἡ ὁποία μέ ἐφύλαξε ἀπό σωματικούς καί ἠθικούς κινδύνους, διότι μέ προώριζε γιά παιδί της στό Περιβόλι της. Χίλια εὐχαριστῶ στόν Δεσπότη Χριστό, στήν Παναγίτσα μας καί σέ ὅλους τούς ῾Αγίους πού μᾶς προστατεύουν καί μᾶς ἀγαποῦν.
-Εἶσθε εὐχαριστημένος, πάτερ ῾Ησύχιε, ἀπό τήν σημερινή κατάστασι τῆς Μονῆς μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου