Τρίτη 5 Μαρτίου 2019


-Γνωρζεις λλους Πατρες εσεβες λαϊκος π τ Αγιον Ορος, ο ποοι εχαν νρετο βο;
Να, γνωρζω ρκετ γι τ γρο Βησσαρωνα τν Διονυσιτη, ποος πηρτησε γι πολλ χρνια στ Μετχια  τς Μονς του. Δο μρες πρν φγει π τ γκσμια, παρουσιστηκε Τμιος Πρδρομος, Προσττης τς Μονς του, κε στ Μετχι τς Χαλκιδικς πο δολευε κα το επε: «Πγαινε στό Μοναστήρι, θ λθω σ δο μρες ν σέ πρω». Πργματι, πστρεψε στν Μον του. Ο Πατρες κα Ηγομενος τν ρτησαν περεργα γιατ πστρεψε. κενος τος λεγε μ χαρ τ γεγονς τς λεσεως κα εδοποισεως το Τιμου Προδρμου, τι μεθαριο θ ναχωρσ π τ πγεια γι τ πουρνια, πως κα γινε. Αωνα του μνμη.
Εχαμε κα μες στ Μοναστρι μας, να ργτη, τν Διογνη. Καταγταν π τν Μυτιλνη. Πρ το θαντου του λθαν τ πονηρ πνεματα μ τν μορφ γουρουνιν.
Τν τραβοσαν, γρλλιζαν, θορυβοσαν. Αλλοτε παιρναν διαφορετικς μορφς. Μι φορ παρουσιστηκαν δο μαροι μ κρατα, κοντο ναστματος, ο ποοι τν κτταζαν. Ττε λθε νας πελριος δαμονας ναστματος μχρι τριν μτρων κα επε στος λλους τος μικρος: 
ρτε τον ατν, δν χει ζω. Τ τν περιμνετε; Το πήντησαν ο λλοι δαίμονες:
ν εναι ντξει στ χαρτι μας. Δν εναι δικς μας, δν μπορομε ν τν προυμε. --Τ εναι ατ πο λτε; Τσο καιρ τ κνετε, γιατ δν τν τοιμσατε; (δηλαδ ν τν ρξουν σ καμμι μαρτα).
Ττε ο μικρο δαμονες, δικαιολογοντο. Ο ρχηγς τους θυμωμνος τος ρχισε στ χαστοκια κα τος ξαφνισε. Μετ κθισε διος πναντι π τν σθεν π μισ ρα, χωρς ν λγ ν κν κτι. Ττε σ δκα λεπτ λθαν συνοδεες π δικους κα ερες λαμπροφορεμνοι, ο ποοι μπαιναν στ κελλ το Διογνους. Περνοσαν π δπλα του. Τν χϊδευαν στν πλτη κα το λεγαν· «δικς μας εσαι, δικς μας. Κνε πομον κα θ λθουμε σ τρες μρες ν σ προυμε. Κα πργματι σ τρες μρες φυγε. Ηταν γιος νθρωπος Διογνης. Πρν πεθνει ξιθηκε κα κοιννησε τν χρντων Μυστηρων.
Κα τρα τελευταα, κουσα γι να ργτη, πο ργσθηκε σ πολλς Μονς το Αγου Ορους, κα κοιμθη ν Κυρίῳ στν ρσαν τς Μονς Ξηροποτμου. Ζοσε μνος του κα τν βρκαν πεθαμνο, μετ π 40 μρες. Τ θαυμαστ εναι, τι χι μνο δν ποσυντθηκε τ σμα του, λλ κα εωδαζε σν λεψανο γου. Δν θυμμαι ποι ταν τ νομ του. Τ παρν γεγονς συνβη τ 1981. Τ γνωρζουν κα ο νετεροι πατρες.
-Θυμσαι, πτερ Ησχιε, περιπτσεις παιδαγωγικς τιμωρας το Θεο πρς σς πρς λλους Μοναχος;
Μ τν ρτησι ατ, πτερ, μο φρνεις στν μνμη μου τ ξς γεγονς, πο συνβη, ταν μουν κηπουρς δ ες τν Μον μας.
Κποτε λθε νας σκητς π τ Καρολια, κα μο ζτησε φασολκια φρσκα. κενη τν περοδο εχαν ριμσει ατ κα το επα· «πγαινε στ τδε πεζολι ν κψς». κενος πγε σ λλο πεζολι κα κοψε λλα φασολκια πο δν εχαν ριμσει κμη. 
Οταν μο τ επε, χι πλς λυπθηκα, λλ γανκτησα κα τν μλωσα. Μετ μως πολ τ μετνοιωσα πο τν στενοχρησα. Ο Θες πο εδε τν γανκτησ μου, δν μ φησε φρονιμτιστον. Τν πομνη μρα τ πρω πγα σ κενο τ πεζολι πο κοψε τ φασολκια σκητς, κα τ ν δ; Τ φλλα εχαν γνει, χι πλς κτρινα, λλ στκτη. 
Σκφθηκα ν καλσω τν σκητ ν το ζητσω συγνμη κα ν τ ελογσ, λλ τ κακ ταν νεπανρθωτο. Τ ποτλεσμα ταν, τι π᾿ ατ τν φροσνη κα μισαδελφα μου, τ Μοναστρι στερθηκε τ φασολκια π δο μνες.
Στ μεγλα Μοναστρια το Αθωνα, πρχε συνθεια τ παλαι καιρ ν πηγανουν ο σκητς ν βοηθον κα ν παρνουν κτι πο τ εδη συγκομιδς γι τν κπον τους.
Σ μι Μον ταν περοδος τργου. πγαν ρκετο σκητς ν δουλψουν. Τ βραδκι, νας π᾿ ατος πρε ς ελογα να καλθι σταφλια, κα τ κρυψε μσα σ να θμνο, γι ν τ πρ ργτερα. Ο οκονμος τς Μονς, νεκλυψε τ σταφλια.
ππληξε ς κλπτη τν σκητ, κα λα τ σταφλια τ πτησε. Ο Θες δν ργε κα δ, νεκα τς μισαδελφας το δελφο Μοναχο, ν πιφρ μεγλη καταστροφ.
Τν νκτα βρεξε τσο πολ, πο χεμαρρος γινε να ρμητικ ποτμι. 
Ο,τι ερισκε στ διβα του τ παρσυρε. Ετσι ο κποι, τ μπλια, τ λαιοτριβεα, τ σπτια, τ πεζολια, ο ργατοκαλβες παρασρθηκαν. Σκεπσθησαν π τος σωρος τν χωμτων κα τν πετρν κα τν τεραστων βρχων.
Ολη σμερα ατ περιοχ, ποα λλοτε ταν τερστιος μοναστηριακς μπελνας, πλησίον τς παραλίας τς Μονς μας, εναι να δσος π πτρες, χαλκια, μμο κα θμνους. Ατς κατακλυσμς, μο λεγαν ο Πατρες, γινε τ 1910.
Μα λλη τιμωρα το Θεο γινε σ᾿ να λλο Μοναστρι τ 1937. Ενας σκητς Μοναχς, λθε στ Μον ατ κα ζτησε ς ελογα λγες ντομτες. Δυστυχς δελφς κηπουρς, προφασιζμενος τι ατς πο χει εναι λγες κα δν θ παρκσουν οτε γι τος Πατρες τς Μονς, ρνθηκε ν το δσ, στω κα λγες.
Ττε στενοχωρημνος σκητς το επε: «ν χετε κα ν μ χετε». 
Πργματι Θες κουσε τν δκαιη γανκτησ του, κα κτοτε στν Μον ατ συμβανει τ ξς παρδοξο φαινμενο. Φυτεουν ο Πατρες κηπουρο τος βλαστος νας ντομτας, βγζουν λουλοδια, λλ δν καρποφορον. Πφτουν παραδξως τ λουλοδια τους. Ο,τι φυτοφρμακα κα ν χρησιμοποιηθον δν φρνουν καννα ποτλεσμα.
Σ μι λλη Μον πγε νας σκητς π τ Κατουνκια ν ζητσ π τν κηπουρ λγες μελιτζνες. κενος το επε: χω λγες καί δν μπορ ν σο δσω. 
Τς χρειζομαι γι τος Πατρες τς Μονς. Εφυγε σκητς λυπημνος, χωρς ν επ τποτα. Τν δια στιγμ ργ Θεο πεσε στς ρζες τν μελιτζανν κα ρχισαν ν μαρανωνται. Τ εδε τ φαινμενο ατ κηπουρς, κα τρεξε στν Ηγομενο ν τ ναγγελ.
κενος το επε ν φωνξ μσως τν σκητ κενον γι ν τς ελογσ. Πργματι, μλις κενος εχε φγει, τν πρλαβε. Τν γρισε πσω. Τν παρεκλεσε ν ελογσ τς μελιτζνες. Το δωσε χι μνο λγες, λλ πολλς κα λλα τρφιμα κα τν κατευδωσε μχρι τν πύλη τς Μονς. Κατ παρδοξον πλιν τρπον ρχισαν ο μελιτζνες ν ναζωογονονται.
Τό τος 1990 γέρο σύχιος, σέ λικία 94 τν σπασε τό να πόδι του.
Μεταφέρθηκε πειγόντως στήν Θεσσαλονίκη γιά τήν χειρουργική ποκατάστασι το κατάγματος. πιθυμία του ταν χι τόσο νά γίνη καλά, σο νά πιστρέψη στό Μοναστήρι μας. Τό θεωροσε μάρτημα καί μοναχική ποτυχία νά πεθάνη ξω στόν κόσμο.
Μετά πό να χρόνο σπασε καί τό λλο πόδι του. Μετά  πό πιέσεις το ατρο καί το Γέροντος τς Μονς μας, βγκε στόν κόσμο γιά τό χειρουργεο. Μετά πό κάποια βελτίωσί του ζήτησε νά γυρίση στό Μοναστήρι. πειδή το σχυρά κρσις ζησε κόμη ννέα χρόνια, στά ποα δέχθηκε τίς φιλάδελφες περιποιήσεις λων τν Πατέρων τς Μονς κ περιτροπς.
πόθος του το νά πεθάνη στήν μνήμη το Γενεσίου το Τιμίου Προδρόμου. το μέρα στήν ποία κάρη μεγαλόσχημος μοναχός. Δέν κοιμήθη τότε, λλά τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό του συνέπεσε τήν μέρα το Γενεσίου το Προδρόμου, τήν 23ην ουνίου 1999.
Σεβαστός μας Γέροντας π. Γεώργιος πουσίαζε γιά λόγους τς γείας του στόν κόσμο. λυπήθηκε διότι θά πουσιάζη πό τήν ξόδιο κολουθία το μακαριστο Γέροντος συχίου. Μς πέστειλε τόν ξς πικήδειο λόγο του:
Πρός τά ν Κυρί γαπητά μου πνευματικά τέκνα τούς σιωτάτους Πατέρας καί δελφούς τς ερς μν Μετανοίας.
Ερισκόμενος μακράν μν διά λόγους ναγκαίων ατρικν ξετάσεων, μή πιδεχομένων ναβολήν, λυπομαι βαθύτατα, διότι δέν θά δυνηθ νά παραστ ες τήν κηδείαν το μακαριστο Γέροντος συχίου, καθ᾿ σον μάλιστα χω καί λόγους προσωπικς εγνωμοσύνης πρός ατόν, διότι πό τς ρχς τς γκαταβιώσεώς μας ες τήν εράν Μονήν μας πέδειξε πέναντί μου παραδειγματικήν πακοήν, σεβασμόν καί ελάβειαν. Οδέποτε δέ μέ στενοχώρησεν, οτε ες τό παραμικρόν.
Εχαριστ τόν Κύριον, διότι μς χάρισε τόν π. σύχιον, ς πόδειγμα γωνιστο Μοναχο.
πό τό 1924 ες τό γιον ρος μέχρι σήμερα, τοι 75 τη, δέν παυσε γωνιζόμενος τόν καλόν γνα.
Διεκρίθη διά τήν πιστήν τήρησιν τν Μοναχικν του ποσχέσεων.
Τόν Κανόνα του καί τάς κολουθίας οδέποτε φηνε. γάπα πολύ τήν εχήν καί τούς Χαιρετισμούς τς Παναγίας μας πολλάκις παναλαμβάνων ατούς.
πηρέτησεν πί πολλά τη ες τούς κήπους τς Μονς μας, μέχρι καί το βαθυτάτου γήρατος, μέ πολύν κόπον καί ατοθυσίαν.
Δέν πεδίωκε τά ξιώματα, τήν προβολήν, τάς ξόδους ες τόν κόσμον.
Καρπός τς βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης του το διαρκής ατομεμψία του, τελεία πτωχεία του, κατανυκτική κατάστασις τς ψυχς του.
γάπησε τόν Θεόν περισσότερον πό τόν αυτόν του καί δι᾿ ατό βίαζε τό σμα του ες τάς ρθοστασίας καί γρυπνίας, καίτοι πασχεν πό δυνατούς πόνους ες τούς πόδας του.
το φιλάδελφος καί φιλάνθρωπος. Προσηύχετο πέρ λου το κόσμου. Ες σους το ζήτουν συμβουλήν, λεγε μέ διάκρισιν λόγους πνευματικούς καί παρακλητικούς καί ρμόζοντας διά τήν περίπτωσιν κάστου.
Διά τόν πολύν, διαρκ καί συνεπ του γνα του, πιστεύω τι Θεός τόν χαρίτωσε καί μέ περφυ χαρίσματα, ς τό τς προοράσεως καί τς θεοπτίας, καθώς χομεν ρκετάς ποδείξεις.
Ο φθαλμοί το σεβαστο μας π. συχίου κλεισαν δ ες τήν γν μετά πό 103 τη πιγείου ζως. Ο φθαλμοί τς μακαρίας ψυχς του νοιξαν, διά νά θεται τό νέσπερον φς το ναστάντος καί ναληφθέντος Χριστο.
Μακαρία δός πορεύει σήμερον.
πάγεις, Σεβαστέ μας π. σύχιε, διά νά συναντήσης ν πόθησες γωνοθέτην καί θλοθέτην Χριστόν, τήν γλυκυτάτην κοινήν μας Μητέρα καί Προστάτιδα Κυρίαν Θεοτόκον, τούς δήμους τν γίων, τόν Παππούλην, πως τόν λεγες, γιον Νικόλαον, τόν πρτον μας Γέροντα καί Κτίτορα σιον Γρηγόριον, τήν Καλλιπάρθενον Νύμφην το Χριστο γίαν ναστασίαν, τόν μακαριστόν καί γιον Γέροντά Σου, Καθηγούμενον θανάσιον καί τούς λοιπούς  Γρηγοριάτας Πατέρας μας, τούς βιαστάς τς Βασιλείας τν ορανν.
Εχαριστομεν τόν π. σύχιον, δι᾿ σο μς προσέφερε μέ τήν θεάρεστον ζωή του. πλος, ταπεινός, σημος κατά κόσμον. Γνωστός μως καί τίμιος νώπιον το Τρισαγίου Θεο καί τς κκλησίας τν Πρωτοτόκων.
Χαρε, λοιπόν, ταπεινέ σύχιε, καί πολάμβανε κτυπώτερον τό Φς το νεσπέρου Πάσχα τς θείας Βασιλείας.
γών τελείωσε. Δέν χρειάζεται νά βιάζης λλο τόν αυτόν σου.
Τό πολύαθλον καί σκητικόν σου σμα θά κατατεθ ντός λίγου ες τήν ελογημένην γιορειτικήν γν μας καί θά ναμένη τήν κοινήν νάστασιν.
Προσεύχου καί πέρ μν τν περιλειπομένων νά τελειώσωμεν πως καί Σύ τόν προκείμενον μν γνα θεαρέστως.
Νοερς σπάζομαι τό τίμιον λείψανόν Σου εχαριστν τόν Κύριον, διότι σέ ξίωσε νά τελειώσης νικηφόρως τόν γνα Σου κατά το διαβόλου, τς μαρτίας καί το κόσμου.
νώνω καί γώ τάς ταπεινάς μου προσευχάς μεθ᾿ λης τς δελφότητός μας πέρ ναπαύσεως ν χώρ ζώντων τς μακαρίας σου ψυχς.
Αωνία σου μνήμη ξιομακάριστε, πολυσέβαστε καί πολυαγαπημένα μας δελφέ π. σύχιε.
ταπεινός συμμοναστής σου καί Πνευματικός σου Πατήρ    ρχιμ. Γεώργιος
14/27 Μαΐου 1999.
 Μοναχο Δαμασκηνο Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου  
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω  
2005
πιμέλεια κειμένου   Αναβάσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου